Προφυλακτικές Παρεμβάσεις για τον Καρκίνο του Μαστού: Χημειοπροφύλαξη, Προφυλακτική Μαστεκτομή ή Παρακολούθηση;

Προφυλακτικές Παρεμβάσεις για τον Καρκίνο του Μαστού: Χημειοπροφύλαξη, Προφυλακτική Μαστεκτομή ή Παρακολούθηση;

. 4 λεπτά διάβασμα

Στη σύγχρονη εποχή, τόσο η πρόληψη για τον καρκίνο του μαστού όσο και η αντιμετώπισή του οφείλουν να εξατομικεύονται με βάση τα χαρακτηριστικά της κάθε γυναίκας. Στο μοντέλο που "συνθέτει" τον εξατομικευμένο προληπτικό έλεγχο, αλλά και την εξατομικευμένη αντιμετώπιση, συναξιολογούνται το ατομικό και οικογενειακό ιστορικό, τα ιδιαίτερα ευρήματα, αλλά και πιθανές εξετάσεις γονιδιακού ελέγχου. Όλα τα απαραίτητα δεδομένα, με ή χωρίς τη βοήθεια εργαλείων που έχουν αναπτυχθεί για την αξιολόγηση του προσωπικού κινδύνου εμφάνισης καρκίνου του μαστού, αξιολογούνται από τον κλινικό ιατρό, ο οποίος οφείλει να συμβουλέψει την ασθενή ανάλογα με τον προσωπικό της εκτιμώμενο κίνδυνο εμφάνισης καρκίνου του μαστού. Για τις ασθενείς λοιπόν στις οποίες ο εκτιμώμενος κίνδυνος εμφάνισης της νόσου είναι υψηλός, αναλύονται και συζητιούνται οι πιθανές επιλογές ώστε να συναποφασιστεί ο καλύτερος για την κάθε γυναίκα τρόπος προφύλαξης από τον καρκίνο του μαστού.

Χημειοπροφύλαξη

Οι γυναίκες που διατρέχουν υψηλό κίνδυνο  να αναπτύξουν καρκίνο του μαστού μπορεί να θέλουν να εξετάσουν το ενδεχόμενο χημειοπροφύλαξης. Αυτή συνίσταται σε λήψη ορμονικής θεραπείας που μειώνει τα οιστρογόνα στο στήθος. Τα διαθέσιμα φάρμακα περιλαμβάνουν την ταμοξιφαίνη, τη ραλοξιφαίνη (Evista) ή τον αναστολέα αρωματάσης εξεμεστάνη (Aromasin).

Η ταμοξιφαίνη και η ραλοξιφαίνη είναι εκλεκτικοί ρυθμιστές υποδοχέων οιστρογόνου (SERMs). Η ταμοξιφαίνη χρησιμοποιείται και για τη θεραπεία του καρκίνου του μαστού. Η ραλοξιφαίνη είναι ένα φάρμακο για την οστεοπόρωση που αργότερα βρέθηκε ότι μειώνει τον καρκίνο του μαστού. Ωστόσο, η ραλοξιφαίνη χρησιμοποιείται μόνο για μείωση του κινδύνου, όχι για θεραπεία. Και τα δύο φάρμακα σχετίζονται με αυξημένο κίνδυνο για θρμβώσεις, εξάψεις και κολπική αιμορραγία. Η Exemestane χρησιμοποιείται και για τη θεραπεία του καρκίνου του μαστού σε μετεμμηνοπαυσιακές γυναίκες. Οι παρενέργειές της περιλαμβάνουν αρθρίτιδα και εξάψεις, όμως δεν αυξάνει τον κίνδυνο για οστεοπόρωση ή θρομβοεβολικά επεισόδια.

Για την αξιολόγηση του κινδύνου καρκίνου του μαστού χρησιμοποιούνται ειδικά ερωτηματολόγια υπολογισμού κινδύνου. Ένα από αυτά είναι το Breast Cancer Risk Assessment Tool, ένα ερωτηματολόγιο που μπορείτε να συμπληρώσετε στο διαδίκτυο και το οποίο αξιολογεί τον κίνδυνο με βάση την ηλικία, τη φυλή και το ιατρικό και αναπαραγωγικό ιστορικό μιας γυναίκας. Μια γυναίκα θεωρείται υψηλού κινδύνου εάν ο κίνδυνος ανάπτυξης καρκίνου του μαστού τα επόμενα πέντε χρόνια είναι μεγαλύτερος από 1,66%.

Τα φάρμακα χημειοπροφύλαξης, τα οποία λαμβάνονται για πέντε χρόνια, έχει αποδειχθεί ότι μειώνουν τον κίνδυνο καρκίνου του μαστού στο μισό. Τι σημαίνει αυτό; Στις τυχαιοποιημένες δοκιμές που εξέτασαν τον κίνδυνο καρκίνου του μαστού σε γυναίκες υψηλού κινδύνου, περίπου το 4% των γυναικών που δεν έλαβαν αγωγή εμφάνισαν καρκίνο του μαστού σε σύγκριση με το 2% των γυναικών που έλαβαν το φάρμακο για πέντε χρόνια.

Η χημειοπροφύλαξη δεν πρέπει να χρησιμοποιείται σε γυναίκες με προηγούμενο ιστορικό εν τω βάθει φλεβικής θρόμβωσης, πνευμονικής εμβολής, εγκεφαλικού επεισοδίου ή παροδικού ισχαιμικού επεισοδίου (ΤΙΑ) ή σε συνδυασμό με ορμόνες της εμμηνόπαυσης. Για τις γυναίκες που λαμβάνουν ταμοξιφαίνη ή ραλοξιφαίνη, θα πρέπει να γίνονται γυναικολογικές εξετάσεις πριν από την έναρξη της θεραπείας και στη συνέχεια κάθε χρόνο για παρακολούθηση για καρκίνο της μήτρας. Η ραλοξιφαίνη και η εξεμεστάνη συνιστώνται μόνο για μετεμμηνοπαυσιακές γυναίκες. Η ταμοξιφαίνη μπορεί να χρησιμοποιηθεί από γυναίκες πριν και μετά την εμμηνόπαυση. Οι προεμμηνοπαυσιακές γυναίκες δεν μπορούν να μείνουν έγκυες ενώ λαμβάνουν ταμοξιφαίνη, καθώς μπορεί να αυξήσει τον κίνδυνο για ορισμένες γενετικές ανωμαλίες.

Προληπτική (προφυλακτική) μαστεκτομή

Η προληπτική χειρουργική επέμβαση (προφυλακτική μαστεκτομή) έχει μελετηθεί σε γυναίκες που διατρέχουν υψηλό κίνδυνο να εμφανίσουν καρκίνο του μαστού επειδή φέρουν μια μετάλλαξη στο γονίδιο BRCA1 ή BRCA2. Αυτές οι  μελέτες δείχνουν ότι σε αυτές τις γυναίκες η προληπτική μαστεκτομή μειώνει τον κίνδυνο εμφάνισης καρκίνου του μαστού σε ποσοστό πάνω από 90%.

Επί του παρόντος, η χειρουργική επέμβαση μείωσης του κινδύνου συνιστάται μόνο σε γυναίκες που διατρέχουν πολύ υψηλό κίνδυνο καρκίνου του μαστού. Στην κατηγορία αυτή συγκαταλέγονται γυναίκες με:

- Μεταλλάξεις BRCA1, BRCA2, PALB2

- Ιδιαίτερα ισχυρό οικογενειακό ιστορικό καρκίνου του μαστού

- Λοβιακό καρκίνωμα in situ (LCIS) και ισχυρό οικογενειακό ιστορικό καρκίνου του μαστού

- Ιστορικό ακτινοθεραπείας στο θώρακα πριν από την ηλικία των 30 ετών.

Αφαίρεση Ωοθηκών

Το 2014, ερευνητές δημοσίευσαν  αποτελέσματα από μια μεγάλη μελέτη  που διαπίστωσε ότι η προληπτική αφαίρεση των ωοθηκών και των σαλπίγγων (αμφοτερόπλευρη σαλπιγγοωοθηκεκτομή) συσχετίστηκε με 80% μείωση του κινδύνου καρκίνου των ωοθηκών, της σάλπιγγας ή του περιτοναίου σε φορείς μεταλλάξεων των γονιδίων BRCA1 ή BRCA2, και 77% μείωση της θνησιμότητας από κάθε αιτία. Η αφαίρεση των ωοθηκών  μειώνει επίσης τον κίνδυνο καρκίνου του μαστού  κατά 47 έως 61%. Οι μελέτες υποδεικνύουν ότι η ωοθηκεκτομή μπορεί να έχει το μεγαλύτερο όφελος εάν γίνει το συντομότερο δυνατό αφού μια γυναίκα ολοκληρώσει την τεκνοποίηση της.

Απεικονιστική παρακολούθηση

Τα πρωτόκολλα εντατικής απεικονιστικής παρακολούθησης αφορούν γυναίκες με ισχυρό ατομικό ή οικογενειακό ιστορικό καρκίνου του μαστού, καθώς και γυναίκες που βρίσκονται σε διαδικασία λήψης απόφασης για προφυλακτικές παρεμβάσεις. Τα πρωτόκολλα απεικονιστικής παρακολούθησης διαφέρουν ανάλογα με την ηλικία της γυναίκας, και συνήθως περιλαμβάνουν και την Μαγνητική Τομογραφία Μαστών μαζί με την Ψηφιακή Μαστογραφία και το Υπερηχογράφημα Μαστών. Επίσης, καλό είναι μια τέτοια εξειδικευμένη παρακολούθηση να λαμβάνει χώρα σε οργανωμένο κέντρο Απεικόνισης Μαστού, και τα αποτελέσματα των εξετάσεων να εκτιμώνται από τον κλινικό ιατρό.

Αν όλα αυτά σας φαίνονται υπερβολικά, θυμηθείτε ότι το να υπάρχει κληρονομικός ή γενετικός κίνδυνος καρκίνου του μαστού δεν είναι επείγουσα ανάγκη και δεν χρειάζεται άμεση παρέμβαση. Η λήψη απόφασης για την καταλληλότερη παρέμβαση σε κάθε γυναίκα είναι μια διαδικασία που απαιτεί ενημέρωση και χρόνο.